
Για πολλά χρόνια τα ελληνικά προϊόντα που έβρισκε κανείς στις αγορές του εξωτερικού, πλην κάποιων εξαιρέσεων, ήταν μέτριας ποιότητας, με σχεδιαστική παρουσία και συσκευασία που δε μπορούσε να ξεφύγει από τη λογική του τουριστικού σουβενίρ στην Πλάκα. Αναπαρήγαγαν δηλαδή μια φοκλόρ αισθητική, η οποία αντιπροσώπευε περισσότερο την πτώση παρά την προοπτική της ελληνικής γαστρονομίας. Τα πράγματα όμως αλλάζουν και ο λόγος είναι οι άνθρωποι που πιστεύουν στο στόχο τους και δε φοβούνται να δουλέψουν γι’ αυτόν.
Στόχος της Μαριάννας Κολοκοτρώνη ήταν να φέρει το αγνό ελαιόλαδο από τη γη της Σπάρτης στην αγορά του Λονδίνου. Και τα κατάφερε. Ζώντας για πολλά χρόνια στο Λονδίνο και αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Saint Martins, μελέτησε την αγορά, τη διαδικασία εξαγωγής ελληνικών προϊόντων κι έστησε πριν από τέσσερα χρόνια την Oliveology, φέρνοντας στο Λονδίνο ελαιόλαδο και όχι μόνο. Μιλήσαμε μαζί της για να μάθουμε το όραμα και την ιστορία της προσπάθειάς της.
ΝΑ: Τι ακριβώς είναι η Οliveology; Πώς ξεκίνησε και πώς λειτουργεί;
H Oliveology ξεκίνησε το 2009 ως μια πλατφόρμα προώθησης των ελληνικών προϊόντων, αλλά και της ελληνικής γαστρονομίας και κουλτούρας γύρω από το φαγητό. Δουλεύουμε μόνο με μικρούς ανεξάρτητους και εξειδικευμένους παραγωγούς με πάθος, εμπειρία και μεράκι για το προϊόν τους. Παραγωγούς που τους νοιάζει η ποιότητα και η διατροφική αξία και όχι η ποσότητα και το γρήγορο κέρδος.
NA: Πόσο δύσκολο είναι να πιστοποιήσεις το ελληνικό ελαιόλαδο και να το εξάγεις;
Δουλεύουμε με παραγωγούς που έχουν ήδη τυποποιήσει το λάδι τους. Η τυποποίηση είναι πολύ σημαντική γιατί δίνει κύρος και αξία στο προϊόν κι έτσι είναι πολύ πιο εύκολο να το εξάγεις και να το πουλήσεις.
ΝΑ: Ξεκινήσατε την Oliveology με πάγκο σε αγορές όπως η Βorough market. Στην Ελλάδα τώρα πλέον έχουν αρχίσει οι παραγωγοί να υιοθετούν την ιδέα των ανοικτών γαστρονομικών αγορών. Τι συμβουλές έχεις να τους δώσεις;
Οι λαϊκές αγορές είναι πολύ δημοφιλείς στην Αγγλία. Τις βρίσκεις σε κάθε γειτονιά τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα. Για εμένα είναι ένας πολύ πιο γνήσιος τρόπος να κάνει κανείς τα ψώνια του, μαθαίνοντας τι ακριβώς αγοράζει κι από πού προέρχεται. Όλοι είμαστε υπεύθυνοι για τις επιλογές που κάνουμε όταν ψωνίζουμε και είναι πολύ καλύτερο να υποστηρίζει κανείς τους απευθείας παραγωγούς, παρά τα μεγάλα σούπερ μάρκετ, τα οποία παρότι πιο οικονομικά και πρακτικά, έχουν καταστρέψει τις παλιές παραδοσιακές διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων.
Θα συμβούλευα τους παραγωγούς να εξειδικεύονται σ’ αυτό που κάνουν και να γνωρίσουν το προϊόν τους όσο καλύτερα γίνεται. Να δίνουν μεγάλη σημασία στην ποιότητα, αλλά και στην παρουσίαση των προϊόντων τους. Κανείς δε μπορεί να τα κάνει κάλα όλα μόνος του, οπότε κι ένας εξειδικευμένος παραγωγός πρέπει να συμβουλευτεί άλλους ανθρώπους με εξειδίκευση για να τον βοηθήσουν να παρουσιάσει και το προϊόν και την ιστορία του σωστά. Η παρουσίαση της ιστορίας του προϊόντος και η διαφοροποίησή του σε σχέση με άλλα παρεμφερή προϊόντα είναι η πρόκληση της επιτυχίας. Ακόμα και σ’ ένα πάγκο λαϊκής αγοράς υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός.
ΝΑ: Πρόσφατα κλήθηκες σαν κριτής στο Great Taste Awards 2013. Έχεις πλέον καταξιωθεί σε μια πολύ δύσκολη αγορά. Πόσο δύσκολο ήταν να πετύχεις στη αγορά του Λονδίνου;
Δουλεύοντας στη Βorough market εδώ και 3 χρόνια έχω πια αποκτήσει εκτενή γαστρονομική βάση και φυσικά γνώσεις, καθώς και την τύχη να μπορώ να δοκιμάζω προϊόντα από όλο τον κόσμο. Στο Λονδίνο, όπου συναντάς γαστρονομικές κουλτούρες απ’ όλο τον κόσμο, αλλά και από τα πολλά ταξίδια, έχω αναπτύξει μια δυνατή παλέτα γεύσεων. Όσο περισσότερο δοκιμάζεις και εξερευνάς τόσο πιο πολύ μαθαίνεις. Η γεύση είναι υποκειμενική, αλλά πρέπει σαν κριτής και γευσιγνώστης να μπορείς να περιγράψεις τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προϊόντος αλλά και να προτείνεις πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί. Πρέπει δηλαδή να κρίνεις αντικειμενικά και με βάση το τι πιστεύεις ότι θα αρέσει στο ευρύτερο κοινό.
Δε θα μπορούσε κάποιος να θεωρεί τον εαυτό του γευσιγνώστη και να πιστεύει ότι μόνο τα ελληνικά προϊόντα είναι τα καλύτερα. Έχουμε λίγο αυτή την νοοτροπία στην Ελλάδα, ότι π.χ. έχ0υμε το καλύτερο ελαιόλαδο στον κόσμο. Και ο Ιταλός και ο Ισπανός το ίδιο θα σου πουν. H πρόκληση είναι πώς κάνει κάποιος τη διαφορά, πώς το αποδεικνύει και πώς πείθει τον καταναλωτή ότι είναι το καλύτερο.
ΝΑ: Θα γυρνούσες στην Ελλάδα;
Μένω στην Αγγλία 16 χρόνια, αλλά η Ελλάδα είναι πάντα στην καρδιά μου και γι’ αυτό ξεκίνησα την Oliveology.
Συνηδειτοποίησα ότι ίσως μπορώ να βοηθήσω κάπως, κάνοντας κάτι ελληνικό στο εξωτερικό. Κι εφόσον έχω ξεκινήσει την Oliveology εδώ και 4 χρόνια, η βάση μου είναι πια το Λονδίνο. Στο Λονδίνο υπάρχουν
πολύ περισσότερες δυνατότητες κι ευκαιρίες για εξαγωγή στην Ασία, Αμερική και Μέση Ανατολή. Προσφάτως στείλαμε μια μεγάλη γκάμα προϊόντων της Oliveology σε εταιρεία στο Hong Kong.
NA: Αγαπημένες σου συνταγές;
Τις συνταγές τις συνδέω με ανθρώπους, με μέρη, με εποχές και με περιστάσεις κιι έτσι μου μένουνε οι καλύτερες αναμνήσεις στο μυαλό από την Ελλάδα. Ο σπιτικός σιμιγδαλένιος χαλβάς για παράδειγμα μου θυμίζει τη γιαγιά μου, τη νηστεία κάθε χρόνο πριν το Πάσχα και χωριάτικο σπίτι που μοσχομυρίζει κανέλλα και γαρύφαλλο. Παρόλο που δεν είναι η αγαπημένη μου συνταγή, μου φέρνει τις καλύτερες παιδικές αναμνήσεις.
O εξειδικευμένος πάγκος ελληνικών προϊόντων Oliveology βρίσκεται στη Borough market του Λονδίνου κάθε εβδομάδα Πέμπτη-Σάββατο . Για περισσότερες πληροφορίες και νέα σχετικά με την Oliveology μπορείτε να βρείτε στην επίσημη ιστοσελίδα της.
Συνέντευξη στη Χριστοφή Μαριάννα